- σηκός
- σηκόςpenmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σηκός — Το μέρος του αρχαίου ελληνικού ναού όπου τοποθετούσαν το άγαλμα του θεού. Λέγεται επίσης και το κοίλωμα τοίχου για την τοποθέτηση αγάλματος. Με τον όρο σ. εξυπονοείται και ο κυρίως ναός. Στους αρχαίους ναούς ο σ. χωριζόταν σε δύο μέρη… … Dictionary of Greek
σηκός — ο 1. μέρος του αρχαίου ναού, κυρίως ναός. 2. κοίλωμα σε τοίχο για την τοποθέτηση αγαλμάτων κτλ … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σηκοῖο — σηκός pen masc gen sg (epic) σηκόω weigh pres opt mp 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηκοῖς — σηκός pen masc dat pl σηκόω weigh pres opt act 2nd sg σηκόω weigh pres subj act 2nd sg σηκόω weigh pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηκοῖσιν — σηκός pen masc dat pl (epic ionic aeolic) σηκόω weigh pres part act masc/neut dat pl (doric aeolic) σηκόω weigh pres subj act 3rd sg (epic) σηκόω weigh pres ind act 3rd pl (aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηκοί — σηκός pen masc nom/voc pl σηκόω weigh pres subj mp 2nd sg σηκόω weigh pres ind mp 2nd sg σηκόω weigh pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηκοῦ — σηκός pen masc gen sg σηκόω weigh pres imperat mp 2nd sg σηκόω weigh imperf ind mp 2nd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηκούς — σηκός pen masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σηκόν — σηκός pen masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
HEROUM — I. HEROUM Graece Η῾ρῷον, sacellum, in Herois alicuius honorem exstructum: etiam Σηκὸς Graecis. Quamvis enim ἐυδότερον τόπον τȏυ ἱεροῦ, interiorem locum Templi, ubi sc. sinulactum Numinis poni solitum, eâ voce intelligat Hesych. peculiariter tamen … Hofmann J. Lexicon universale